Το ένα πέμπτο των Ελλήνων (21%) και κάτι περισσότερο των παιδιών τους (23%) εξακολουθούν σήμερα να διατρέχουν τον κίνδυνο της φτώχειας σύμφωνα με έκθεση της Κομισιόν που θα συζητηθεί στο συμβούλιο των υπουργών Απασχόλησης στις 29 Φεβρουαρίου για να τεθεί υπόψη στη συνέχεια στους κοινοτικούς ηγέτες στη σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών στις 13-14 Μαρτίου.
Η φτώχεια των παιδιών, διαπιστώνει η Επιτροπή, οφείλεται στο ότι ζουν σε οικογένειες ανέργων ή νοικοκυριά χαμηλής έντασης εργασίας ή στο γεγονός που συναντάται συχνά στην Ελλάδα ότι οι αμοιβές που λαμβάνουν οι γονείς τους για την εργασία τους μαζί με κάποιες, ενδεχόμενες εισοδηματικές ενισχύσεις (οικογενειακά επιδόματα) δεν επαρκούν για την πρόληψη ή την απομάκρυνση από τον κίνδυνο της φτώχειας. Ειδικά στην Ελλάδα αυτού του τύπου οι μισθοί που βρίσκονται ακριβώς στο κατώφλι της φτώχειας είναι για μία τετραμελή οικογένεια (δύο γονείς και δύο παιδιά) της τάξης των 990 περίπου ευρώ το μήνα (1183,4 μονάδες σταθερής αγοραστικής δύναμης). Υψηλά επίσης είναι τα ποσοστά των φτωχών παιδιών και των ενηλίκων στη χώρα μας που εργάζονται κανονικά (περίπου 17% και 13% αντίστοιχα).
Το σκανδαλώδες φαινόμενο στην Ελλάδα, που επισημαίνει η Κομισιόν στην έκθεσή της αυτή, έγκειται στη διαπίστωση ότι οι κοινωνικού χαρακτήρα παροχές-ενισχύσεις στους φτωχούς ενήλικες και τα παιδιά τους ελάχιστα τους απομακρύνουν από τον κίνδυνο της φτώχειας. Έτσι, σύμφωνα με τα στοιχεία της Επιτροπής, αυτές οι κοινωνικού χαρακτήρα παροχές (εξαιρουμένων των συντάξεων) μειώνουν τον κίνδυνο της φτώχειας στη χώρα μας μόλις κατά 8% για τα παιδιά και κατά 9% για τους ενήλικες όταν ο κοινοτικός μέσος όρος απομάκρυνσης των ενηλίκων και των παιδιών τους από τον κίνδυνο της φτώχειας, χάρη στις κοινωνικές ενισχύσεις, είναι της τάξης του 42% και 38% αντίστοιχα. Αυτή η αδυναμία στήριξης των πολύ χαμηλών εισοδημάτων, των ανέργων, των υποαπασχολούμενων οικογενειαρχών κ.λπ. οφείλεται στις χαμηλές κοινωνικές δαπάνες του ελληνικού κράτους ως ποσοστό του ΑΕΠ -μολονότι αυτές έχουν αυξηθεί σε απόλυτους αριθμούς τα τελευταία χρόνια- και κυρίως στην κακή μέθοδο διάθεσης και κατανομής αυτών των κοινωνικών ενισχύσεων οι οποίες ελάχιστα συμβάλουν είτε στην έξοδο από τη φτώχεια είτε στην απομάκρυνση του κινδύνου που αυτή συνιστά.
Επιπτώσεις και στην υγεία
Οι κοινωνικές πολιτικές έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην υγεία των πολιτών. Έτσι, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει συγκεντρώσει η Κομισιόν, το ποσοστό των Ελλήνων που δεν επισκέπτονται γιατρό η δεν έχουν φαρμακευτική αγωγή εξαιτίας της τιμής των επισκέψεων, των φαρμάκων, των μεγάλων αποστάσεων που βρίσκονται από τα νοσοκομεία ή τέλος των μεγάλων προθεσμιών αναμονής για να εξασφαλίσουν ένα ραντεβού είναι στα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα συγκριτικά με τις τους άλλους κοινοτικούς λαούς πολύ υψηλό (8,5% στους πολύ φτωχούς και μόλις 0,8% στους διαθέτοντες ικανοποιητικά εισοδήματα).
Τέλος, η Κομισιόν στην ίδια πάντα έκθεσή της καταγράφει μία γενική αύξηση του ποσοστού των ηλικίας 55-64 ετών που συνεχίζουν να εργάζονται και δεν βγαίνουν στη σύνταξη. Ειδικά στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό που ήταν το 2000 της τάξης του 39% αυτής της ηλικιακής ομάδας αυξήθηκε το 2006 στο 42,3% (μέσος κοινοτικός όρος 36,9% - 43,5% αντίστοιχα). Στόχος της κοινοτικής πολιτικής (Λισσαβώνα) είναι να συνεχίζουν να εργάζονται το 50% των ατόμων ηλικίας 55-64 ετών.
Η έρευνα δημοσιεύθηκε στην ΑΥΓΗ της 25/2/2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου